Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Θυμάρι

Θυμάρι

Το θυμάρι ή θύμιο (λατ. Thymus vulgaris) είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη

των Σωληνανθών (Tubiflorae) και στην οικογένεια των Χειλανθών (Labiatae). Είναι θάμνος μικρού ύψους

(έως 30 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός, αναδύει πολύ ευχάριστο άρωμα.

Απαντάται στις νότιες και μεσογειακές περιοχές της Ευρώπης σε διάφορες περιοχές της

Ασίας και καλλιεργείται στη βόρεια Αμερική.

Τα φύλλα του θυμαριού, όταν ξεραθούν, αποκτούν καφεπράσινο χρώμα και αναδύουν το

άρωμα τους όταν θρυμματιστούν. Η γεύση τους είναι πολύ δυνατή, ελαφρώς καυστική και πλούσια.

Μαζί με τους αποξηραμένους ανθούς χρησιμοποιούνται σαν μπαχαρικό για τον αρωματισμό διαφόρων

φαγητών, σε ψάρια, κρέατα, σε διάφορες σάλτσες, σούπες κ.λ.π. Είναι ένα από τα βασικά

συστατικά του λικέρ βενεδικτίνη.

Το θυμάρι είναι ιδιαίτερα αγαπητό στις μέλισσες και το θυμαρίσιο μέλι είναι εξαιρετικής ποιότητας.

Περιέχει αιθέριο έλαιο σε ποσοστό 1-2% και κύριο συστατικό του είναι ηθυμόλη ή, αλλιώς,

καμφορά του θυμαριού, έχει δε χρήσεις στην αρωματοποιία και στην οδοντιατρική.

Υπάρχουν και καλλωπιστικές ποικιλίες που καλλιεργούνται σε διάφορους κήπους.

Στην Ελλάδα υπάρχουν 23 αυτοφυή είδη και τα πιο σημαντικά είναι:

1.-Αγριοθυμάρι. Μικρός θάμνος με βλαστούς ξυλώδεις ξαπλωμένους. Βρίσκεται σε πολλές

βραχώδεις, ορεινές, ξηρές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας.Κοντά στις περιοχές όπου

φύεται το άγριο θυμάρι τοποθετούνται κυψέλες με μέλισσες και παράγεται εκλεκτό μέλι.

2.-Χαμοθρούμπι. Πολύ κοινό σε διάφορες πεδινές περιοχές και λιβάδια της Μακεδονίας

και της Θράκης.

3.-Σμάρι ή θυμάρι της Aττικής. Βρίσκεται σε διάφορες βραχώδεις περιοχές της Αττικής,

της Αχαΐας, Κορινθίας και Ολύμπου.


ΑΛΟΗ ΒΕΡΑ

Η αλόη βέρα, επίσης γνωστή ως φαρμακευτική αλόη, είναι ένα είδος εύχυμου φυτού που κατά πάσα πιθανότητα κατάγεται από τη Βόρεια Αφρική, τις Κανάριους Νήσους και το Πράσινο Ακρωτήρι. Η αλόη βέρα μεγαλώνει σε άνυδρα κλίματα και συναντάται ευρέως στην Αφρική και άλλες άνυδρες περιοχές. Το είδος είναι γνωστό για τη χρήση του σε εναλλακτικές θεραπείες με χρήση φυτών. Πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν γίνει για τη χρήση της, καποιες όμως έρχονται σε αντίθεση με άλλες. [1][2][3][4] Παρά τις αντιθέσεις αυτές, υπάρχουν στοιχεία ότι εκχυλίσματα της αλόης βέρα μπορεί να είναι χρήσιμα στην περιποίηση για επούλωση πληγών και εγκαυμάτων, αλλά και για την αντιμετώπιση του διαβήτη και αυξημένων λιπιδίων στο αίμα. Αυτές οι θετικές επιπτώσεις θεωρούνται ότι οφείλονται στην παρουσία στοιχείων όπως πολυσακχαρίτες, ανθρακινόνη και λεκτίνες. [3][5]


Η αλόη βέρα είναι ένα εύχυμο φυτό που φτάνει γύρω στα 60 έως 100 εκ. σε ύψος. Τα φύλλα είναι παχιά και σαρκώδη, πράσινα προς το πρασινο-γκρι, με ορισμένες ποικιλίες να εμφανίζουν λευκά στίγματα στις επιφάνειες των φύλλων. [6] Το περίγραμμα των φύλλων έχει μικρά λευκά αγκάθια. Βγάζει άνθη το καλοκαίρι, τα οποία κρέμονται από ένα και μόνο βλαστό που φτάνει τα 90 εκ. σε ύψος. Τα άνθη έχουν σωληνοειδή μορφή, με κίτρινη στεφάνη που φτάνει γύρω στα 2 έως 3 εκ. [6][7]
Μορφή

Ταξινόμηση και Ετυμολογία

Διάστικτες μορφές της Αλόης Βέρα πολλές φορές αναφέρονται ως Αλόη Βέρα ποικ. Chinensis.

Το είδος διαθέτει μια σειρά από συνώνυμα: Αλόη Barbadensis Miller, αλόη Indica αλόη Royle, αλόη Perfoliata L. ποικ. Vera και αλόη Vulgaris Lam. [8][9] καθώς και κοινές ονομασίες, συμπεριλαμβανομένων των: κινέζικη αλόη, ινδική αλόη, αληθινή αλόη, αλόη των Μπαρμπάντος, το φυτό των πρώτων βοηθειών. [7][10][11][12][13] Το όνομα vera του γένους σημαίνει αληθές ή γνήσιο. [10]Ορισμένα συγγράμματα αναγνωρίζουν τη μορφή της αλόης βέρα με τα λευκά στίγματα ως Aloe Vera ποικ. Chinensis [14][15], ωστόσο, τα είδη ποικίλλουν όσον αφορά τις κηλίδες στα φύλλα [16] και έχει προταθεί ότι η διάστικτη μορφή της αλόης βέρα μπορεί να ανήκει στο ίδιο γένος με την Aloe Massawana. [17] Το είδος περιγράφηκε αρχικά από τον Κάρολο Λινναίο το 1753 ως Aloe Perfoliata ποικιλία Vera [18] και έχει περιγραφεί και πάλι από το Nicolaas Laurens Burman ως Aloe Vera στο βιβλίο Flora Indica την 6η Απριλίου 1768 και ως Aloe Barbadensis από το Philip Miller περίπου δέκα ημέρες μετά τον Burman στο βιβλίο Gardener's Dictionary. [19]

Τεχνικές με βάση τη σύγκριση του DNA υποδηλώνουν ότι η αλόη βέρα συνδέεται στενά με την Aloe Perryi, ένα είδος που είναι ενδημικό στην Υεμένη. [20] Παρομοίως, η σύγκριση του DNA χλωροπλαστών παραπέμπει στο ότι η αλόη βέρα συνδέεται στενά με τις Aloe Forbesii, Aloe Inermis, Aloe Scobinifolia, Aloe Sinkatana και το Aloe Striata. Εκτός από το νοτιοαφρικανικό είδος, την Aloe Striata, [21] τα είδη αυτά της αλόης, απαντώνται στη Socotra (Υεμένη), στη Σομαλία και στο Σουδάν. [21] Η έλλειψη προφανών φυσικό πληθυσμών των ειδών έχει οδηγήσει ορισμένους ερευνητές να προτείνουν ότι η αλόη βέρα ίσως είναι υβριδικής καταγωγής. [22]


Ιστορικά στοιχεία

Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την αλόη βέρα για τη θεραπεία πληγών. Κατά το Μεσαίωνα, το κίτρινο υγρό που βρίσκεται μέσα στα φύλλα χρησιμοποιούταν ως καθαρτικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η επεξεργασμένη αλόη που περιέχει αλοΐνη χρησιμοποιείται γενικά ως καθαρτικό, ενώ ο επεξεργασμένος χυμός από αλόη βέρα δεν περιέχει συνήθως σημαντικές ποσότητες αλοΐνης.

Χρήσεις

Αρκετά ενυδατικά προϊόντα περιέχουν Αλόη Βέρα.

[Επεξεργασία]Διάκριση μεταξύ της αλοΐνης και του ζελέ του φυτού

Η αλόη βέρα όταν τεμαχιστεί εκκρίνει δύο υγρά, τα οποία έχουν διαφορετικές επιδράσεις και ιδιότητες. Ο κιτρινο-πράσινος χυμός ο οποίος ως επί το πλείστον εκκρίνεται όταν κοπεί η πράσινη επιφάνεια του φύλλου είναι ερεθιστικός. Αυτός περιέχει την αλοΐνη η οποία έχει όμοια σύνθεση με το κόμμι. Από την άλλη, το διαφανές υγρό που εκκρίνεται από το εσωτερικό του φύλλου, είτε αυτό τεμαχιστεί ή συνθλιβεί, είναι καταπραϋντικό και λέγεται ότι βοηθά στην επούλωση.

[Επεξεργασία]Ιατρικές Χρήσεις

Η αλόη βέρα χρησιμοποιείται στον τομέα της εναλλακτικής ιατρικής και στις οικιακής χρήσης πρώτες βοήθειες. Τόσο ο ημιδιαφανής εσωτερικός πολτός (ζελέ) όσο και η κίτρινη ρητινοειδής αλοΐνη χρησιμοποιούνται εξωτερικά για να ανακουφίσουν το δέρμα από τραυματισμούς και δερματικές δυσφορίες. Ως φυτοθεραπεία, ο χυμός της αλόη βέρα συνήθως πίνεται για την ανακούφιση από δυσφορία τουπεπτικού συστήματος (καούρες). Κάποια σύγχρονη έρευνα προτείνει ότι η αλόη βέρα ενδέχεται να επιβραδύνει σημαντικά την επούλωση μιας πληγής σε σύγκριση με τους συνηθισμένους τρόπους θεραπείας.[εκκρεμεί παραπομπή] Άλλες αξιολογήσεις σε τυχαίες και ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές δεν έχουν παράσχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι η αλόη βέρα έχει κάποιο ισχυρό φαρμακευτικό αποτέλεσμα.

Σήμερα, η αλόη βέρα χρησιμοποιείται εσωτερικά και εξωτερικά από τον άνθρωπο. Το ζελέ που βρίσκεται στα φύλλα χρησιμοποιείται για την ανακούφιση μικρής σπουδαιότητας εγκαύματα, πληγές, και διάφορες δερματικές παθήσεις, όπως το έκζεμα και η δερματοφύτωση. Ο χυμός χρησιμοποιείται για να αντιμετωπίσει μια ποικιλία των παθήσεων του πεπτικού συστήματος. Η εναλλακτική ιατρική με τη χρήση αυτή φυτών για θεραπεία ήταν δημοφιλής στη δεκαετία του 1950, σε πολλές δυτικές χώρες. Οι ευεργετικές ιδιότητες από τη χρήση του ζελέ είναι σχεδόν άμεσες και, επίσης, προσθέτει ένα επιπλέον επίπεδο πάνω στις πληγές που λέγεται ότι μειώνει την πιθανότητα μόλυνσης.

Έχουν γίνει πολύ λίγες μελέτες σχετικά με πιθανά οφέλη του ζελέ της αλόης βέρα με εσωτερική χρήση. Συστατικά της αλόης βέρα ενδέχεται να εμποδίζουν την ανάπτυξη όγκων. Υπήρξαν ορισμένες μελέτες σε ζώα που δείχνουν ότι το εκχύλισμα της αλόης βέρα έχει σημαντικές αντι-υπεργλυκαιμικές ιδιότητες και μπορεί να είναι χρήσιμο για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου Β. Οι μελέτες αυτές δεν έχουν εφαρμοστεί σε ανθρώπους.